Γράφει ο «Ανάδρομος».
Επειδή η ζωή θα ήταν τραγική αν δεν ήταν αστεία και απρόβλεπτη, ανατρέχοντας στο παρελθόν και αξιολογώντας το μέγεθος της ευστροφίας του Μιχάλη Μαργέτη ( Μπόμπορα) θα τολμούσα να γράψω ότι ήταν ο άνθρωπος που κατάφερε να αιφνιδιάσει και να φέρει σε φανερή αμηχανία τον ευφυέστατο και δαιμόνιο Τζίμη Πανούση (1954- 2018).
Άλλωστε ο Μπόμπορας διέπρεψε στο «Πανεπιστήμιο του Σάλτσινου» αφού ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του απαράμιλλου χιούμορ στην μεγάλη του Γέλιου Σχολή της «Κάτω Αγοράς». Τα δε μεταπτυχιακά του ήταν η υπερηφάνεια και η ανυπακοή σε καθωσπρεπισμούς και δήθεν. Δεινός χορευτής (επαγγελματίας) στο ζεϊμπέκικο και στο χασάπικο. Φίλαθλος, γλεντζές και «πρωταθλητής» στα μπιλιάρδα του Παύλου Κοντογιαννίδη. Μια γνήσια λαϊκότητα και αυθεντία μεσολογγιτισμού που δυστυχώς σβήνει μέρα με την μέρα.
Πάνε κάποια χρόνια όταν επισκέφτηκε την πόλη μας ο γνωστός μουσικός, τραγουδιστής, σατιρικός κωμικός Τζίμης Πανούσης. Σημειωτέων ότι ήταν στο αποκορύφωμα της καριέρας του. Καθόταν με την παρέα του σε γνωστό μεζεδοπωλείο στο κέντρο της πόλης. Ξαφνικά εμφανίζεται από το πουθενά ο «αεικίνητος» Μπόμπορας και πλησιάζει σιγά-σιγά την παρέα των επισκεπτών. Απευθυνόμενος στον Πανούση του λέει σε άκρως οικείο και φιλικότατο τόνο :
-Πού ‘σαι ρε Τζιμάκο; Χάθηκες!!! Έτσι κάνει ο κόσμος; Ήρθες και δεν πήρες ένα τηλέφωνο…
Κόκκαλο ο Πανούσης και η συντροφιά του. Προσπαθούσε να θυμηθεί αν και από που μπορεί να ήξερε τον Μπόμπορα. Φυσικά ακολούθησε γέλιο μέχρι δακρύων από την ατάκα του Μιχάλη.
ΥΓ: Εννοείται ότι δεν τον ήξερε. Στο τέλος δε, εισέπραξε και τον θαυμασμό του Τζίμη για τον αιφνιδιασμό που του επεφύλαξε.
(Φωτο: Βασίλης Αρτίκος)